ΟΙ ΨΕΥΤΕΣ-ΠΑΡΑΜΥΘΙ
Ήταν μια φορά τρεις φίλοι.Οι δυο ήταν ψεύτες ενώ ο τρίτος δεν ήξερε να λέει καθόλου ψέματα..Ξεκίνησαν να κάνουν ένα μακρινό ταξίδι.Αφού περπάτησαν μια ολάκερη μέρα , νύχτωσε και ήταν πεινασμένοι και κουρασμένοι. Όμως δεν είχαν λεφτά ούτε για να φάνε ούτε για να πάνε σε κανένα χάνι για να κοιμηθούν. Εκεί που κάθονταν και σκέφτονταν τι θα κάνουν λέει ο ένας από τους ψεύτες:
- 'Εχω μια ιδέα για να βρούμε κρασί!
- Κι εγώ λέει ο δεύτερος για να φάμε ψάρι!
Ξεκινάνε λοιπόν και πάνε στο πρώτο χάνι που βρίσκουν στο δρόμο τους. Μπαίνει μέσα ο πρώτος και λέει στον ξενοδόχο;
- Ετοίμασέ μου ένα μεγάλο ψάρι γιατί θα έρθουμε κάμποσοι για φαγητό!
Κι όταν ο ταβερνιάρης άρχισε να το ετοιμάζει έκλεισε κι ένα δωμάτιο για να κοιμηθούν το βράδυ και ανέβηκε πάνω.
Σ΄εκείνη την περιοχή υπήρχαν πολλά αμπέλια και πολλοί έβγαζαν κρασί.
Έτσι , ο δεύτερος ψεύτης , έβαλε σε μια νταμιτζάνα δύο οκάδες νερό και άρχισε να γυρνά στα σπίτια και να ρωτά τους νυκοκυραίους:
-Πουλάτε κρασί;
-Ναι, του απαντά ο νυκοκύρης.
-Βάλε μου δύο οκάδες,είπε ο ψεύτης.
Ο νοικοκύρης του βάζει δύο οκάδες κρασί το οποίο ανακατεύτηκε με το νερό που είχε μέσα η νταμιτζάνα και νέρωσε.Το δοκιμάζει τότε ο ψεύτης και λέει:
-Τι άσχημο κρασί!Χάλασε και το δικό μου που είχα μέσα!
Δίνει και στο νοικοκύρη να δοκιμάσει.Και πραγματικά κι εκείνος λέει ότι το κρασί δεν είναι καλό.Και χωρίς να πληρώσει φεύγει και πάει στο παρακάτω σπίτι.Χτυπά την πόρτα και ξανακάνει τα ίδια. Για να μην τα πολυλογώ , ακολούθησε την ίδια διαδικασία κάμποσες φορές μέχρι που το κρασί μέσα στην νταμιτζάνα έγινε καλό. Παίρνει λοιπόν τη γεμάτη νταμιτζάνα και γυρνά στο πανδοχείο ποι τον περίμεναν οι άλλοι δύο. Ο ξενοδόχος στο μεταξύ είχε καλοψήσει το ψάρι , έκατσαν , έφαγαν κα ήπιαν και τους περίσσεψε και ψάρι , το οποίο το τυλίξανε μέσα σε ένα χαρτί και το πήρανε μαζί υους για να το φάνε αργότερα.
-Και ποιος θα το φάει; ρωτάει αυτός που δεν ήξερει να λέει ψέματα.
-Αυτός που θα δει το πιο περίεργο όνειρο , του απαντάει ο πρώτος ψεύτης.
Με αυτά και με τα άλλα , νυστάξανε και ανεβήκανε στο πάνω δωμάτιο και κοιμηθήκανε μια χαρά όλη τη νύχτα.
Όταν ξημέρωσε , λέει ο ξενοδόχος στο βοηθό του:
-Άντε πάνω νε σε πληρώσουν γιατί σε λίγο θα φύγουν.
Ανεβαίνει αυτός πάνω και τους δίνει το λογαριασμό. Οι τρεις τους είχαν συνεννοηθεί από πριν και άρχισαν και καλά να μαλώνουν για το ποιος θα πληρώσει το λογαριασμό.
-Εγώ θα τον πληρώσω! έλεγε ο πρώτος.
-Όχι εγώ! έλεγε ο δεύτερος.
Ούτε να το σκέφτεστε! Εγώ θα πληρώσω! έλεγε ο τρίτος.
Σε μια στιγμή , γυρνάει ο ένας και λέει:
-Το βρήκα! Θα δέσουμε τα μάτια του βοηθού του ξενοδόχου και όποιον από εμάς πιάσει , αυτός θα πληρώσει το λογαριασμό!
Έτσι, του δέσανε τα μάτια και όπως καταλάβατε ,βγήκαν σιγά σιγά από το δωμάτιο , χαιρέτησαν και τον ξενοδόχο και έφυγαν σαν κύριοι!
Ανεβαίνει ο ξενοδόχος στο δωμάτιο για να δει τι κάνει ο βοηθός του και όταν καταλάβανε ότι είχαν φύγει χωρίς να πληρώσουν έβαλαν τις φωνές αλλά ήταν πια αργά! Οι τρεις φίλοι ήταν ήδη μακριά!
Όταν κόντευε να μεσημεριάσει, έκατσαν κάτω από έναν ίσκιο και ξεκίνησαν να λένε τα όνειρά τους
για να δουν ποιος θα έτρωγε το ψάρι που είχε περισσέψει.
-Εγώ,λέει ο πρώτος , είδα πως ανοίξανε τα ουράνια και βγήκε μια χρυσή σκάλα και ανεβοκατέβαιναν άγγελοι λουσμένοι στο φως! Και πήρανε κι εμένα μαζί τους!Κι εσείς με κοιτάζατε που ανέβαινα στον ουρανό και με ρωτούσατε ¨Το ψάρι;Τι θα κάνουμε με το ψάρι;" κι εγώ σας απαντούσα " Χάρισμά σας το ψάρι¨.
Οι άλλοι δύο θαύμασαν το όνειρο και μετά πήρε το λόγο ο δεύτερος.
-Εγώ , λέει ο δεύτερος , είδα ότι άνοιξε ο Άδης και βγήκαν από μέσα άγγελοι ντυμένοι στα χρυσά. Και είδα πράματα και θάματα που δεν μπορεί ανθρώπου στόμα να τα περιγράψει! Κι οι άγγελοι με πήρανε μαζί τους κι εσείς με ρωτούσατε ¨Το ψάρι;Τι θα γίνει με το ψάρι;¨ κι εγώ σας απαντούσα ¨Χάρισμά σας το ψάρι¨.
Ο τρίτος έκαμε το σταυρό του και είπε:
-Δοξασμένο το όνομα του κυρίου!Εγώ όλο το βράδυ έβλεπα τον ένα να ανεβαίνει στον ουρανό και να λέει "χάρισμά σας το ψάρι ¨τον άλλο να κατεβαίνει μέσα στη γη και να λέει ¨χάρισμά σας το ψάρι ¨ε . σηκώθηκαι κι εγώ και το έφαγα όλο!
-Έφαγες το ψάρι; ρώτησαν θυμωμένοι οι άλλοι δύο.
-Όχι που θα σας άφηνα με τα ψέματά σας να με γελάσετε , τους απάντησε αυτός.
Οι δύο ψεύτες θαύμασαν την εξυπνάδα του και γέλασαν με την καρδιά τους! Εκείνη τη νύχτα έμειναν νηστικοί , αλλά κατάλαβαν ότι τον έξυπνο άνθρωπο , δεν μπορεί κανένας να τον γελάσει με ψευτιές!
ΠΗΓΗ:http://www.matia.gr/5/kids.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου